Συχνές Ερωτήσεις για την Ενδοδαπέδια Θέρμανση
Είναι ένα σύστημα θέρμανσης είτε δροσισμού το οποίο προέρχεται από το εσωτερικό του δαπέδου.
A. Ηλεκτρική ενδοδαπέδια θέρμανση
Όλο το δάπεδο ενός χώρου είναι διαστρωμένο με ηλεκτρικές καλωδιώσεις (ηλεκτρικές αντιστάσεις) οι οποίες τροφοδοτούνται με ηλεκτρική ενέργεια από το δίκτυο. Το σύστημα αυτό δεν παρέχει τη δυνατότητα δροσισμού.
B. Υδραυλική ενδοδαπέδια θέρμανση και δροσισμός
Σε ολόκληρη την επιφάνεια του δαπέδου εγκιβωτίζονται ειδικοί σωλήνες στους οποίους διοχετεύεται ζεστό νερό, εάν θέλουμε να επιτύχουμε τη θέρμανση ενός χώρου είτε κρύο νερό, εάν πρόκειται για το δροσισμό του. Σε ένα υδραυλικό ενδοδαπέδιο σύστημα υπάρχουν πολλές επιλογές ως προς την πηγή που θα παράγει το νερό τροφοδοσίας του, όπως είναι οι λέβητες (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), οι αντλίες θερμότητας, η γεωθερμία, η ηλιακή ενέργεια, ηλεκτρικοί λέβητες, λέβητες ξύλου είτε pellet κ.α.
Η εταιρεία μας ασχολείται μόνο με υδραυλικά συστήματα ενδοδαπέδιας θέρμανσης και δροσισμού.
Το σύστημα της ενδοδαπέδιας θέρμανσης έχει κατηγορηθεί από «ειδικούς» ότι δήθεν επιτείνει το πρόβλημα σε όσους πάσχουν από φλεβίτιδα ή κυκλοφορικό, διότι «καίνε» τα δάπεδα. Μελέτες που έχουν γίνει από Διεθνείς Οργανισμούς Υγείας έχουν αποδείξει ότι ο ανθρώπινος οργανισμός δέχεται με ευχαρίστηση θερμοκρασία δαπέδου από 20oC έως και 33oC και ενοχλείται όταν αυτή η θερμοκρασία είναι κάτω από 17oC ή πάνω από 36oC. Σε μια καλά ρυθμισμένη εγκατάσταση ενδοδαπέδιας θέρμανσης η μέση θερμοκρασία του νερού στους σωλήνες είναι 40oC , ενώ η θερμοκρασία των δαπέδων κυμαίνεται μεταξύ 25oC και 28oC. Αν δε αναλογιστεί κανείς ότι η θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος είναι 36,6oC, τότε είναι μάλλον απίθανο να καταλάβουμε ότι καίνε τα δάπεδα. Από την άλλη πλευρά, τα πλεονεκτήματα της ενδοδαπέδιας σε ότι αφορά την υγιεινή είναι πολλά: λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών του νερού προσαγωγής ο αέρας δε ζεσταίνεται πέραν των 25o C και έτσι δε χάνει την υγρασία του, με αποτέλεσμα η ατμόσφαιρα να μη γίνεται αποπνικτική. Στην ενδοδαπέδια θέρμανση το δάπεδο ακτινοβολεί τη θερμότητα, συνεπώς δεν μεταφέρονται μικρόβια και δεν παρατηρούνται ρεύματα αέρα. Επομένως, είναι ιδανική για άτομα με αλλεργίες, αναπνευστικά προβλήματα κ.α.
Η ενδοδαπέδια θέρμανση είναι κατά 35% οικονομικότερη στη λειτουργία από μια συμβατική θέρμανση. Κάτι τέτοιο εξηγείται από το ότι η θερμοκρασία του νερού προσαγωγής στους σωλήνες φτάνει τους 45oC, ενώ στο καλοριφέρ τους 80oC. Είναι γνωστό ότι, όσο χαμηλότερη θερμοκρασία έχει το νερό τροφοδοσίας ενός συστήματος θέρμανσης, τόσο πιο αποδοτικά δουλεύουν οι λέβητες, οι αντλίες θερμότητας και οι ηλιακοί συλλέκτες. Αν δε αναλογιστεί κανείς ότι για κάθε 1oC μείωσης της θερμοκρασίας προσαγωγής, έχουμε οικονομία καυσίμου 3%, τότε γίνεται αντιληπτό το όφελος να διατηρούμε τη θερμοκρασία νερού λειτουργίας όσο το δυνατόν χαμηλότερα. Επίσης, παρατηρούνται λιγότερες απώλειες στις σωληνώσεις και στους χώρους της οροφής, των τοίχων και του αερισμού, καθώς δε χρειάζεται να θερμανθεί ο αέρας.
Η κατασκευή ενός συστήματος ενδοδαπέδιας θέρμανσης είναι κατά κανόνα ακριβότερη από την κατασκευή ενός συστήματος με παραδοσιακά θερμαντικά σώματα. Στο κόστος κατασκευής της πρώτης, ωστόσο, περιλαμβάνεται η διάστρωση θερμομπετόν καθώς και μόνωσης, κάτι που παραλείπεται στο κόστος του καλοριφέρ. Η διαφορά αυτή καλύπτεται πολύ γρήγορα, αφενός εξαιτίας του χαμηλότερου κόστους λειτουργίας του ενδοδαπεδίου συστήματος και αφετέρου από τα μειωμένα έξοδα συντήρησης που προκαλούνται από τη θέρμανση με καλοριφέρ όπως λόγου χάρη διαρροές σωμάτων και σωλήνων, βάψιμο σωμάτων και τοίχων κ.α.
Στην ενδοδαπέδια θέρμανση το δάπεδο λειτουργεί ως θερμαντικό σώμα. Οι σωλήνες κατανέμουν τη θερμότητα εκεί που χρειάζεται (και όχι στο υπόγειο ή στους εξωτερικούς τοίχους) και αποδίδουν με ελάχιστη αδράνεια και με χαμηλότερη θερμοκρασία του νερού προσαγωγής. Εξάλλου, εξαιτίας της ειδικής συστάσεως του θερμομπετόν (που είναι απαλλαγμένο από φυσαλίδες αέρα), όλη η θερμότητα ακτινοβολείται στον εσωτερικό χώρο. Ακόμα, η πυκνή διάστρωση των σωλήνων κοντά στους εξωτερικούς τοίχους αναχαιτίζει το ψύχος, ενώ η αραιότερη διάστρωσή τους στο εσωτερικό των δωματίων επιτρέπει την χαμηλότερη μετάδοση θερμικών φορτίων. Χάρη στις μικρές θερμοκρασίες δαπέδου, περίπου 26oC με 28oC, δεν παρατηρούνται καθόλου μετακινήσεις αερίων μαζών με ότι αυτό συνεπάγεται (αιωρούμενη σκόνη, βακτηρίδια, μικρόβια κ.α.).
Ένα σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης, σε μία καλά μονωμένη κατοικία, μπορεί να αποδίδει άριστα με ζεστό νερό θερμοκρασίας περίπου 30oC. Ωστόσο, ακόμα και σε παλαιές κατοικίες, η θερμοκρασία λειτουργίας ενός συστήματος ενδοδαπέδιας δύσκολα θα ξεπεράσει τους 45oC.8. Πόσο ύψος χρειάζεται για την εγκατάσταση ενός συστήματος ενδοδαπέδιας θέρμανσης/δροσισμού;
Ένα συμβατικό σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης/δροσισμού, μαζί με το θερμομπετόν, απαιτεί περίπου 9cm ύψους. Υπάρχουν ωστόσο και συστήματα θέρμανσης/δροσισμού χαμηλού ύψους, τα οποία απαιτούν μόλις 5cm.
Οι πιθανότητες να προκληθεί κάποια βλάβη είναι ελάχιστες, καθώς οι σωλήνες είναι κατασκευασμένοι από ειδικό πλαστικό ώστε να μη σπάνε στις καμπυλώσεις από τις συστοδιαστολές και να μη διαβρώνονται ούτε εσωτερικά ούτε εξωτερικά. Ωστόσο, στην απίθανη περίπτωση που τρυπήσει ένας σωλήνας, υπάρχει ο κατάλληλος εξοπλισμός που μας επιτρέπει να εντοπίσουμε και να επισκευάσουμε τη ζημιά στο σημείο ακριβώς που εκδηλώνεται. Επομένως, δεν χρειάζεται να ξηλωθεί όλο το δάπεδο, παρά μόνο μια επιφάνεια μικρότερη από ένα τετραγωνικό μέτρο.
Ένα συμβατικό σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης/δροσισμού, μαζί με το θερμομπετόν, απαιτεί περίπου 9cm ύψους. Υπάρχουν ωστόσο και συστήματα θέρμανσης/δροσισμού χαμηλού ύψους, τα οποία απαιτούν μόλις 5cm.
Η ενδοδαπέδια θέρμανση, λόγω της χαμηλής θερμοκρασίας του νερού που απαιτείται για τη λειτουργία της, μπορεί να συνδυασθεί ιδανικά με οποιαδήποτε πηγή παραγωγής ενέργειας, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο (λέβητες), οι αντλίες θερμότητας, η γεωθερμία, η ηλιακή ενέργεια κ.α.
Ένα συμβατικό σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης/δροσισμού, μαζί με το θερμομπετόν, απαιτεί περίπου 9cm ύψους. Υπάρχουν ωστόσο και συστήματα θέρμανσης/δροσισμού χαμηλού ύψους, τα οποία απαιτούν μόλις 5cm.
Παρέχει τη δυνατότητα ενδοδαπέδιου δροσισμού εάν τροφοδοτηθεί με κρύο νερό.
Εξοικονομεί χώρο στο διαμέρισμα.
Παρέχει δυνατότητα ανακαίνισης των χώρων.
Μπορεί να λειτουργήσει και με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Κατανέμει ομοιόμορφα τη θερμότητα παντού.
Θερμαίνει με ευχάριστο και βιολογικώς ορθό τρόπο, καθώς ζεσταίνει περισσότερο τα άκρα, αφήνοντας πιο δροσερό το κεφάλι.
Δεν αναδύονται οσμές.
Δεν υπάρχει περίπτωση τραυματισμών, αφού δεν προεξέχουν σώματα καλοριφέρ.
Παρέχει δυνατότητα αυτονομίας ακόμα και σε κάθε δωμάτιο.
Λόγω των ειδικών συνθηκών υγρασίας και θερμοκρασίας, προστατεύονται έπιπλα, αντίκες, μουσικά όργανα, πίνακες ζωγραφικής κλπ.
Είναι εύκολη στη ρύθμιση και στο χειρισμό.
Ηχομονώνει τα δάπεδα.
Ένα συμβατικό σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης/δροσισμού, μαζί με το θερμομπετόν, απαιτεί περίπου 9cm ύψους. Υπάρχουν ωστόσο και συστήματα θέρμανσης/δροσισμού χαμηλού ύψους, τα οποία απαιτούν μόλις 5cm.
Αναλύσαμε ήδη τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από την εγκατάσταση ενδοδαπέδιας θέρμανσης στον προσωπικό μας χώρο, στην κατοικία μας. Επιπλέον, η ενδοδαπέδια μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη θέρμανση επαγγελματικών χώρων: γυμναστηρίων, εκθέσεων, σταδίων, εργοστασίων κ.α. Σε εκτεταμένους και μεγάλου εσωτερικού ύψους χώρους η ενδοδαπέδια αποδεικνύεται εξαιρετικά αποδοτική και οικονομική στη λειτουργία, αφού δε συσσωρεύει θερμότητα στην οροφή, αλλά την κατανέμει ομοιόμορφα στο χώρο από κάτω προς τα πάνω. Η δε απόδοση της ενδοδαπέδιας θέρμανσης δεν εμποδίζεται ούτε από τα βαριά οχήματα, ούτε από τα τεράστια αποθηκευτικά ράφια. Εξάλλου, η ακινησία του αέρα και συνεπώς της σκόνης είναι από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα που προσφέρει η εγκατάσταση ενδοδαπέδιας σε εργαστήρια ηλεκτρονικών, τροφίμων, εκθέσεων αυτοκινήτων κλπ. Εκτός από τους εκτεταμένους και μεγάλους επαγγελματικούς χώρους, η ενδοδαπέδια μπορεί να εγκατασταθεί ακόμα σε πισίνες στο εσωτερικό κτιρίων, σε ράμπες, σε θερμοκήπια, σε εκκλησίες κλπ.
Δεν υπάρχουν περιορισμοί ως προς την επιλογή του τελικού δαπέδου. Η ενδοδαπέδια μπορεί να συνδυαστεί με οποιοδήποτε υλικό: πλακάκι, μάρμαρο, ξύλο (κολλητό ή καρφωτό), πλαστικό δάπεδο, πατητή τσιμεντοκονία κλπ. Ωστόσο, πρέπει να έχει εκ των προτέρων αποφασιστεί τι τελικό δάπεδο θα στρωθεί σε κάθε χώρο, ώστε να προσαρμόσουμε τη μελέτη σε συνδυασμό με τη θερμική αγωγιμότητα κάθε υλικού. Τα χαλιά μειώνουν την ακτινοβολία θερμότητας της ενδοδαπέδιας, γι’ αυτό καλό είναι να γνωρίζουμε σε ποιους χώρους θα στρωθούν χαλιά ή μοκέτες, ώστε εκεί η διάστρωση των σωλήνων να είναι πυκνότερη.
Η ενδοδαπέδια σε σύγκριση με το καλοριφέρ καθυστερεί αρχικά να αποδώσει απευθείας τη θερμότητα στο χώρο, γεγονός που οφείλεται στις χαμηλές θερμοκρασίες του νερού προσαγωγής. Για το λόγο αυτό συνιστάται να τίθεται η ενδοδαπέδια σε λειτουργία προετοιμασίας κατά τον Οκτώβριο, όταν δηλ. παρατηρείται πτώση της θερμοκρασίας.
Οι σωλήνες που χρησιμοποιούνται στην ενδοδαπέδια θέρμανση ακολουθούνται πάντα από εγγύηση 10 ετών (και άνω), πιστοποιώντας με αυτόν τον τρόπο την καταλληλότητα του υλικού κατασκευής τους. Στην περίπτωση που προκληθεί κάποια βλάβη, υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη η οποία προβλέπει χρηματική αποζημίωση.
Συχνές Ερωτήσεις για τις Αντλίες Θερμότητας
Το μεγαλύτερο ποσοστό της ενέργειας για τη λειτουργία μίας αντλίας θερμότητας προέρχεται δωρεάν από το περιβάλλον ενώ το υπόλοιπο είναι ηλεκτρική ενέργεια από το δίκτυο.
Οι αντλίες θερμότητας χωρίζονται με βάση τα παρακάτω κριτήρια:
Α) Βάσει της δυνατότητας να παράγουν ζεστό και κρύο νερό:
Αντλίες θερμότητας μόνο ψύξης (ψύκτες)
Αντλίες θερμότητας μόνο θέρμανσης
Αντλίες θερμότητας ψύξης-θέρμανσης
Β) Βάσει της ενέργειας που καταναλώνουν:
Ηλεκτρικές αντλίες θερμότητας
Αντλίες θερμότητας με φυσικό αέριο
Γ) Ανάλογα με τη μορφή του ηλεκτρικού ρεύματος που απαιτείται:
Μονοφασικές αντλίες θερμότητας (απαιτούν τάση 230 V)
Τριφασικές αντλίες θερμότητας (απαιτούν τάση 400 V)
Δ) Ανάλογα με την τεχνολογία του συμπιεστή τους:
Inverter (μεταβαλλόμενης ισχύος ανάλογα με τη ζήτηση)
On-off (σταθερής ισχύος, η οποία διοχετεύεται συνεχώς σε ένα δοχείο αδρανείας. Μόλις θερμανθεί είτε ψυχθεί αυτό το δοχείο, βγαίνουν εκτός λειτουργίας μέχρι να υπάρξει πάλι ζήτηση)
Ε) Ανάλογα με τον τρόπο κατασκευής τους:
Αντλίες θερμότητας monoblock, στις οποίες όλα τα επιμέρους συστήματα (συμπιεστής, εναλλάκτης θερμότητας, ανεμιστήρες κ.α.) είναι τοποθετημένα σε ένα μηχάνημα, το οποίο τοποθετείται σε εξωτερικό χώρο.
Αντλίες θερμότητας διαιρετού τύπου (split), στις οποίες ορισμένα συστήματα βρίσκονται στο εξωτερικό μηχάνημα (συμπιεστής, ανεμιστήρες κ.α.) και ορισμένα στο εσωτερικό (εναλλάκτης θερμότητας, κυκλοφορητής κ.α.).
ΣΤ) Ανάλογα με τη θερμοκρασία ζεστού νερού που μπορούν να παράγουν:
Αντλίες θερμότητας χαμηλών θερμοκρασιών
Αντλίες θερμότητας μεσαίων θερμοκρασιών
Αντλίες θερμότητας υψηλών θερμοκρασιών
Σημειώνεται πως μόνο οι αντλίες θερμότητας μεσαίων και υψηλών θερμοκρασιών δεν έχουν τη δυνατότητα παραγωγής κρύου νερού για εφαρμογές ψύξης./
Ζ) Ανάλογα με το μέσο το οποίο εκμεταλλεύονται για να μας δώσουν δωρεάν ενέργεια, οι αντλίες θερμότητας χωρίζονται σε:
Αέρος-νερού, οι οποίες εκμεταλλεύονται την ενέργεια που υπάρχει αποθηκευμένη στο φυσικό περιβάλλον (αέρας) και, μέσω της κατάλληλης διάταξης, τη μετατρέπουν σε ζεστό νερό για τη θέρμανση της κατοικίας μας.
Νερού-νερού (γεωθερμικές), οι οποίες εκμεταλλεύονται τη θερμοκρασία του νερού στο υπέδαφος, η οποία είναι σταθερή όλο το χρόνο, ανεξαρτήτως των καιρικών συνθηκών που επικρατούν.
Όλες οι παραπάνω κατηγορίες αντλιών θερμότητας υπάρχουν για να καλύψουν συγκεκριμένες ανάγκες και προτεραιότητες του καταναλωτή.
Οι έμπειροι Μηχανικοί της εταιρείας μας θα σας βοηθήσουν να επιλέξετε την αντλία θερμότητας που ταιριάζει στις δικές σας ανάγκες.
Οι αντλίες θερμότητας χαμηλών θερμοκρασιών έχουν τη δυνατότητα αντιστροφής του κύκλου λειτουργίας τους και επομένως μπορούν να παράγουν και κρύο νερό, είτε είναι αέρος-νερού είτε γεωθερμικές. Το νερό αυτό μπορεί να τροφοδοτήσει το ενδοδαπέδιο σύστημα, οπότε κάνουμε λόγω για δροσισμό, είτε να τροφοδοτήσει μονάδες fan coil, ώστε να επιτύχουμε πλήρη κλιματισμό ενός χώρου.
Οι αντλίες θερμότητας υψηλών θερμοκρασιών δεν έχουν τη δυνατότητα να παράγουν κρύο νερό.
Ως βαθμός απόδοσης μίας αντλίας θερμότητας ορίζεται ο λόγος της ενέργειας που αποδίδει προς την ενέργεια που εκείνη τη στιγμή καταναλώνει. Για παράδειγμα, εάν μία αντλία θερμότητας αποδίδει προς τη θέρμανση 16 kW αλλά καταναλώνει ηλεκτρική ενέργεια 4 kW έχει βαθμό απόδοσης ίσο με 4.
Ο βαθμός απόδοσης κατά τη λειτουργία της θέρμανσης ονομάζεται COP (Coefficient Of Performance) ενώ κατά τη λειτουργία δροσισμού ονομάζεται EER (Energy Efficiency Ratio).
Όσον αφορά τις γεωθερμικές αντλίες θερμότητας, τόσο η ισχύς όσο και ο βαθμός απόδοσής τους είναι σχεδόν σταθερά εφόσον η θερμοκρασία του νερού στο υπέδαφος παραμένει σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Όσον αφορά τις αντλίες θερμότητας αέρος-νερού, η ισχύς και ο βαθμός απόδοσής τους εξαρτάται από την εξωτερική θερμοκρασία καθώς και από τη θερμοκρασία του ζεστού νερού που τους ζητάμε να παράξουν. Βάσει του διεθνούς προτύπου, κατά τη λειτουργία της θέρμανσης, η ονομαστική ισχύς και ο βαθμός απόδοσης μίας αντλίας θερμότητας ορίζονται για εξωτερική θερμοκρασία 7oC. Αντίστοιχα, κατά τη λειτουργία του δροσισμού, η ονομαστική ισχύς και ο βαθμός απόδοσης μίας αντλίας θερμότητας ορίζονται για εξωτερική θερμοκρασία 35oC και παραγωγή κρύου νερού 18oC.
Οι γεωθερμικές αντλίες θερμότητας εγκαθίστανται σε εσωτερικό βοηθητικό χώρο της κατοικίας και απλά συνδέονται με το γεωθερμικό πεδίο (γεωεναλλάκτες) καθώς και με την εγκατάσταση θέρμανσης/κλιματισμού της κατοικίας.
Οι αντλίες θερμότητας αέρος-νερού, εάν αποτελούνται από μία μονάδα (monoblock) εγκαθίστανται εξολοκλήρου σε εξωτερικό χώρο, ενώ εάν είναι διαιρετού τύπου (split), η μία μονάδα εγκαθίσταται σε εξωτερικό και η άλλη σε εσωτερικό χώρο. Οι δύο μονάδες ενώνονται μεταξύ τους με ψυκτικές σωληνώσεις.
Οι αντλίες θερμότητας με τεχνολογία inverter έχουν συμπιεστή μεταβλητών στροφών, που προσαρμόζεται στην εκάστοτε ζήτηση για παραγωγή ζεστού είτε κρύου νερού. Όταν επιτευχθεί η επιθυμητή θερμοκρασία σε ένα χώρο και επομένως υπάρχει μικρότερη ζήτηση για ζεστό είτε κρύο νερό στο σύστημα, ο συμπιεστής λειτουργεί σε μικρότερο ποσοστό, καταναλώνοντας έτσι λιγότερη ενέργεια και παράγοντας λιγότερο θόρυβο.
Διαβάστε εδώ για το κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας μιας αντλίας θερμότητας. Το παράδειγμα αφορά την θέρμανση κατοικίας επιφάνειας 180m2 Αθήνας.
Όλοι οι τύποι αντλιών θερμότητας (αέρος-νερού, γεωθερμικές κ.α.) διαθέτουν συμπιεστές οι οποίοι λειτουργούν κατά κύριο λόγο με ηλεκτρική ενέργεια. Για ειδικές εφαρμογές και κυρίως για βιομηχανική χρήση διατίθενται τελευταία στην αγορά αντλίες θερμότητας που λειτουργούν με φυσικό αέριο ως καύσιμη ύλη. Οι αντλίες αυτές έχουν επίσης μικρή ανάγκη ηλεκτρικής ενέργειας για τη λειτουργία ορισμένων βοηθητικών συστημάτων τους.
Για τον υπολογισμό της ισχύος που απαιτείται να έχει μία αντλία θερμότητας ώστε να καλύψει τη θέρμανσης μίας κατοικίας απαιτείται μηχανολογική μελέτη στην οποία λαμβάνονται υπόψη πολλές παράμετροι, όπως η τοποθεσία της κατοικίας, η επιφάνεια των θερμαινόμενων χώρων, η μόνωση των δομικών στοιχείων κ.α..
Το μελετητικό τμήμα της εταιρείας μας αναλαμβάνει να ετοιμάσει τη μελέτη για την κατοικία σας. Το κόστος είναι μικρό και, στην περίπτωση που προχωρήσει η συνεργασία μας, το κόστος για τη μελέτη επιστρέφεται.
Παρόλα αυτά, υπάρχει ένας προσεγγιστικός τρόπος υπολογισμού της ισχύος μίας αντλίας θερμότητας, ο οποίος προκύπτει από τον παρακάτω πίνακα:
ΤΥΠΟΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΙΣΧΥΣ ΑΝΤΛΙΑΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
Νεόδμητη κατοικία με καλές μονώσεις και ενδοδαπέδια θέρμανση Επιφάνεια θερμαινόμενων χώρων κατοικίας (m2) x 0,08 kW
Παλαιά κατοικία με μέτριες μονώσεις και ενδοδαπέδια θέρμανση Επιφάνεια θερμαινόμενων χώρων κατοικίας (m2) x 0,09 kW
Νεόδμητη κατοικία με καλές μονώσεις και σώματα καλοριφέρ Επιφάνεια θερμαινόμενων χώρων κατοικίας (m2) x 0,1 kW
Παλαιά κατοικία με μέτριες μονώσεις και σώματα καλοριφέρ Επιφάνεια θερμαινόμενων χώρων κατοικίας (m2) x 0,14 kW
Παραδείγματα:
Για νεόδμητη κατοικία με καλές μονώσεις, επιφάνειας 150 m2 σύστημα θέρμανσης απαιτείται αντλία θερμότητας ισχύος: 150 x 0,08 = 12 kW
Για παλαιότερη κατοικία με μέτριες μονώσεις, επιφάνειας 110 m2, με σώματα καλοριφέρ, απαιτείται αντλία θερμότητας ισχύος: 110 x 0,14 = 15,4 kW
Σε μία καινούρια κατοικία, η αντλία θερμότητας που εγκαθίσταται υπολογίζεται να καλύπτει μόνη της τις ανάγκες θέρμανσης. Θα πρέπει ωστόσο να έχει υπολογισθεί σωστά η ισχύς τους ώστε να είναι επαρκής ακόμα και σε χαμηλές εξωτερικές θερμοκρασίες.
Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι αντλίες θερμότητας δεν έχουν σταθερή ισχύ.
Η ονομαστική θερμική ισχύς τους (π.χ. 14 kW είτε 16 kW) έχει μετρηθεί για εξωτερική θερμοκρασία 7 oC και μπορεί να είναι μεγαλύτερη (όταν επικρατεί υψηλότερη θερμοκρασία) είτε μικρότερη (όταν επικρατεί χαμηλότερη θερμοκρασία).
Όταν λοιπόν επιλέγεται το μέγεθος μίας αντλία θερμότητας υπάρχουν οι εξής επιλογές:
Α) Να επιλεγεί μία αντλία θερμότητας μεγαλύτερης ονομαστικής ισχύος, η οποία να αποδίδει την απαιτούμενη ισχύ σε θερμοκρασία -5oC (ελάχιστη αναμενόμενη θερμοκρασία).
Β) Να επιλεγεί μία αντλία θερμότητας που θα έχει ονομαστική ισχύ ίση με την απαιτούμενη θερμική ισχύ σε συνήθεις θερμοκρασίες. Η επιπλέον ισχύς που θα απαιτηθεί στις πολύ χαμηλές εξωτερικές συνθήκες μπορεί να δοθεί είτε από κάποιον λέβητα που θα συνδεθεί είτε από την ηλεκτρική αντίσταση μικρής ισχύος που έχουν συνήθως ενσωματωμένη οι αντλίες θερμότητας.
Εάν πρόκειται για αναβάθμιση του υπάρχοντος συστήματος θέρμανσης και ο λέβητας είναι σε καλή κατάσταση, τότε μπορεί να επιλεγεί αντλία θερμότητας που θα καλύπτει τις ανάγκες θέρμανσης έως περίπου 5oC εξωτερική θερμοκρασία. Σε χαμηλότερη θερμοκρασία θα ενεργοποιείται αυτόματα ο λέβητας, ώστε να υποβοηθάει την αντλία θερμότητας.
Ο ρόλος της ενσωματωμένης ηλεκτρικής αντίστασης που διαθέτουν πολλοί τύποι αντλιών θερμότητας είναι να προσφέρει την επιπλέον θερμική ισχύ που απαιτείται όταν η εξωτερική θερμοκρασία είναι πολύ χαμηλή.
Η επιλογή της βέλτιστης ισχύος για μία αντλία θερμότητας γίνεται βάσει μελέτης από το ειδικό τμήμα της εταιρείας μας. Εάν επιλεγεί μία αντλία θερμότητας μεγαλύτερης ισχύος θα είναι ακριβότερη η τιμή αγοράς της και δε θα την εκμεταλλευόμαστε κατά το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Εάν επιλεγεί μία αντλία θερμότητας μικρότερης ισχύος, αυτή θα λειτουργεί συχνά στα όριά της, δε θα παρέχει τα οφέλη της τεχνολογίας inverter ενώ η ενσωματωμένη ηλεκτρική αντίσταση θα λειτουργεί για αρκετές ώρες.
Οι περισσότερες αντλίες θερμότητας μπορούν να παράξουν κρύο νερό εκτός από ζεστό, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον κλιματισμό των χώρων ενός κτηρίου.
Συγκεκριμένα, εάν η κατοικία διαθέτει ενδοδαπέδιο σύστημα, μπορεί αυτό να τροφοδοτηθεί με κρύο νερό κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και να επιτύχουμε έτσι το δροσισμό των χώρων του.
Για ακόμα καλύτερα αποτελέσματα κλιματισμού, θα πρέπει η αντλία θερμότητας να συνδεθεί με μονάδες fan coil. Τα μηχανήματα αυτά αποτελούνται από έναν εναλλάκτη που διαρρέεται από κρύοι νερό και έναν ανεμιστήρα που διοχετεύει τον αέρα στο εσωτερικό της κατοικίας.
Οι μονάδες fan coil μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποδοτικά τόσο για τον κλιματισμό όσο και για τη θέρμανση χώρων. Τα μηχανήματα μπορούν να τοποθετηθούν εμφανή, στο δάπεδο ή τον τοίχο, είτε κρυφά, μέσα σε ψευδοροφές και έπιπλα.
Όσον αφορά τις αντλίες θερμότητας αέρος-νερού, οι οποίες είναι οι πλέον συνηθισμένες, η εταιρεία μας προτείνει μοντέλα που έχουν βαθμό απόδοσης (COP) μεγαλύτερο από 3 και είναι τεχνολογίας inverter. Η μέγιστη θερμική ισχύς που αποδίδουν ανέρχεται σε 32 kW.
Μία μεγάλη κατοικία, επιφάνειας π.χ. 700 m2, απαιτεί θερμική ισχύ περίπου 60 kW. Σε αυτήν την περίπτωση μπορούν να συνδυασθούν δύο είτε περισσότερες αντλίες θερμότητας μικρότερης ισχύος.
Η ηλιακή ενέργεια μπορεί να συνδυασθεί με τις αντλίες θερμότητας, προσφέροντας πολύ καλά αποτελέσματα.
Ένα απλό κεντρικό ηλιακό σύστημα με 2 έως 4 ηλιακούς συλλέκτες μπορεί να καλύψει εξολοκλήρου την παραγωγή ζεστού νερού χρήσης μίας κατοικίας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, αφήνοντας την αντλία θερμότητας να φροντίζει μόνο για τη θέρμανση είτε την ψύξη των χώρων.
Εάν πρόκειται για ηλιοθερμικό σύστημα με περισσότερους συλλέκτες, αυτό μπορεί να συνεισφέρει σε μεγάλο ποσοστό και στη θέρμανση της κατοικίας, που έχει ως αποτέλεσμα πιο περιορισμένη χρήση της αντλίας θερμότητας.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της ενέργειας για τη λειτουργία μίας αντλίας θερμότητας προέρχεται δωρεάν από το περιβάλλον ενώ το υπόλοιπο είναι ηλεκτρική ενέργεια από το δίκτυο.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της ενέργειας για τη λειτουργία μίας αντλίας θερμότητας προέρχεται δωρεάν από το περιβάλλον ενώ το υπόλοιπο είναι ηλεκτρική ενέργεια από το δίκτυο.